βιβλίο
Gréčtina upraviť
Výslovnosť upraviť
- IPA: [viˈvli.o]
Delenie upraviť
- βι-βλί-ο
Podstatné meno upraviť
- rod stredný
Skloňovanie upraviť
▼ Pád ╲ Číslo ► | Singulár | Plurál |
---|---|---|
Nominatív | βιβλίο | βιβλία |
Genitív | βιβλίου | βιβλίων |
Akuzatív | βιβλίο | βιβλία |
Vokatív | βιβλίο | βιβλία |
Význam upraviť
Príbuzné slová upraviť
- βιβλιακός
- βιβλιαράκι
- βιβλιάριο
- βιβλικός
- βιβλιστής
- Βίβλος
- βιβλιεκδότης
- βιβλιεκδότρια
- βιβλιεμπορικός
- βιβλιεμπόριο
- βιβλιέμπορος
- βιβλιογνωσία
- βιβλιογνώστης
- βιβλιογνωστικός
- βιβλιογραφία
- βιβλιογραφικός
- βιβλιογράφος
- βιβλιοδεσία
- βιβλιοδέτηση
- βιβλιοδετείο
- βιβλιοδέτης
- βιβλιοδετικός
- βιβλιοθηκάριος
- βιβλιοθήκη
- βιβλιοθηκονομία
- βιβλιοθηκονόμος
- βιβλιοκαπηλία
- βιβλιοκάπηλος
- βιβλιοκλοπή
- βιβλιοκλόπος
- βιβλιοκρισία
- βιβλιοκριτική
- βιβλιοκριτικός
- βιβλιολάτρης
- βιβλιολατρεία
- βιβλιολογία
- βιβλιομανής
- βιβλιομανία
- βιβλιοπαραγωγή
- βιβλιοπαρουσίαση
- βιβλιοπωλείο
- βιβλιοπώλης
- βιβλιοπώλισσα
- βιβλιοπωλικός
- βιβλιόσημο
- βιβλιοστάτης
- βιβλιοσυλλέκτης
- βιβλιοτεχνία
- βιβλιοφάγος
- βιβλιοφιλία
- βιβλιόφιλος
- βιβλιοφύλακας
- βιβλιοχαρτοπωλείο
- βιβλιοχαρτοπώλης
- βιβλιόψειρα