μουσική
Možno hľadáte Μουσική.
Gréčtina upraviť
Výslovnosť upraviť
- IPA: [mu.siˈci]
Homofóny upraviť
Delenie upraviť
- μου-σι-κή
Podstatné meno upraviť
- rod ženský
Skloňovanie upraviť
▼ Pád ╲ Číslo ► | Singulár | Plurál |
---|---|---|
Nominatív | μουσική | μουσικές |
Genitív | μουσικής | μουσικών |
Akuzatív | μουσική | μουσικές |
Vokatív | μουσική | μουσικές |
Význam upraviť
Príbuzné slová upraviť
- αμουσία
- άμουσος
- αρχιμουσικός
- εθνομουσικολογία
- μούσα
- μουσικάντης
- μουζικάντης
- μουσικοδιδάσκαλος
- μουσικοκριτικός
- μουσικολογία
- μουσικός
- μουσικοσυνθέτης
- μουσικότητα
- μουσικόφιλος
- μουσικοχορευτικός
- μουσουργός
- φιλόμουσος