νερό
Gréčtina
upraviťVýslovnosť
upraviť- IPA: [neˈɾo]
Podstatné meno
upraviť- rod stredný
Skloňovanie
upraviť▼ Pád ╲ Číslo ► | Singulár | Plurál |
---|---|---|
Nominatív | νερό | νερά |
Genitív | νερού | νερών |
Akuzatív | νερό | νερά |
Vokatív | νερό | νερά |
Význam
upraviťPríbuzné slová
upraviť- νεράκι
- νερουλάς
- νερουλός
- νερουλιάζω
- νερώνω
- νεροβράζω
- νερόβρασμα
- νερόβραστος
- νεροδεσιά
- νεροζούμι
- νεροκαμένος
- νεροκανάτα
- νερολαδιά
- νερόλακκος
- νερομάζωμα
- νερομάνα
- νερομπογιά
- νερόμυλος
- νεροσωλήνας
- νεροτσουλήθρα
- νερόφιδο
- αγγουρόνερο
- αλατόνερο
- ανθόνερο
- ασβεστόνερο
- βαλτόνερο
- βουρκόνερο
- βρομόνερο
- βροχόνερο
- θαλασσόνερο
- λασπόνερο
- πηγαδόνερο
- ροδόνερο
- ρυζόνερο
- σαπουνόνερο
- σταχτόνερο
- τριανταφυλλόνερο
- χιονόνερο